1. πολύ
Μου αρέσει πάρα πολύ.
Είναι πολύ νέο.
Αυτός ενδιαφέρεται πολύ για την ιαπωνική γλώσσα.
Με βοήθησε πολύ.
Πάρα πολύ άθλημα στην τηλεόραση.
Ο πατέρας της είναι πολύ ψηλός, ε;
Είμαι πολύ ευτυχισμένος να σε ξαναδώ.
Αυτός ήταν πολύ κουρασμένος.
Řecký slovo „sehr„(πολύ) se zobrazí v sadách:
Lektion 4Kb.S. 57, 58, 59Lektion 2 Kb.S. 36