slovník řecký - Turečtina

ελληνικά - Türkçe

εκτυπωτής v turečtině:

1. yazıcı yazıcı



Turecký slovo „εκτυπωτής„(yazıcı) se zobrazí v sadách:

Εξοπλισμός γραφείου στα τουρκικά
Έπιπλα στα τουρκικά