slovník řecký - vietnamský

ελληνικά - Tiếng Việt

τρέξιμο ve vietnamštině:

1. chạy chạy


Vistula chảy ra biển Baltic.

Vietnamský slovo „τρέξιμο„(chạy) se zobrazí v sadách:

Δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο στα βιετναμέ...