slovník řecký - čínský

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

καρέκλα v čínštině:

1. 椅子 椅子



Čínský slovo „καρέκλα„(椅子) se zobrazí v sadách:

Λεξιλόγιο για την τραπεζαρία στα κινέζικα
Έπιπλα στα κινέζικα