slovník řecký - čínský

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

μητέρα v čínštině:

1. 母亲 母亲



Čínský slovo „μητέρα„(母亲) se zobrazí v sadách:

Μέλη της οικογενειας στα κινέζικα