slovník Angličtina - řecký

English - ελληνικά

overload v řečtině:

1. μεγάλη ποσότητα από κάτι μεγάλη ποσότητα από κάτι



Řecký slovo „overload„(μεγάλη ποσότητα από κάτι) se zobrazí v sadách:

M5.23 - 5a. 17