slovník holandský - řecký

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

ik weet v řečtině:

1. Ξέρω Ξέρω


Δεν ξέρω.
Δεν ξέρω τίποτα γι'αυτήν.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι έφυγε την περασμένη εβδομάδα.