slovník Polský - řecký

język polski - ελληνικά

po v řečtině:

1. μετά


Παρόλο που εσύ είσαι εντάξει μ'αυτό, κανείς άλλος δεν θα το δεχτεί. Θα με μαλώσουν μετά άρα...

Řecký slovo „po„(μετά) se zobrazí v sadách:

pytania grecki, spójniki, przyimki

2. μετά από