slovník Polský - řecký

język polski - ελληνικά

przez v řečtině:

1. με με


Κανείς δεν με καταλαβαίνει.
Ο ορισμός της "οικογένειας" έχει αλλάξει με τα χρόνια.
Ο συναγερμός της αστυνομίας ξεκίνησε το βράδυ και τελείωσε τα ξημερώματα, με την σύλληψη του δράστη.
Η Ελληνική Επανάσταση τελείωσε με την δημιουργία ενός μικρού Ελληνικού Κράτους στην άκρη της Βαλκανικής.

Řecký slovo „przez„(με) se zobrazí v sadách:

podstawowe słówka

2. διά μέσου διά μέσου



Řecký slovo „przez„(διά μέσου) se zobrazí v sadách:

100 pierwszych słów